Περίοδοι της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Λογοτεχνία Γ΄ ΓυμνασίουΟΙ ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ
Όλοι σχεδόν οι έγκυροι ιστορικοί της
λογοτεχνίας μας συμφωνούν στη διαίρεση της Ιστορίας της Νεοελληνικής
Λογοτεχνίας σε περιόδους που συμπίπτουν με εκείνες της πολιτικής μας ιστορίας:
1.Η Βυζαντινή κληρονομιά (Υστεροβυζαντινή
περίοδος), που αρχίζει περίπου από το 1000 και τερματίζεται με την Άλωση της
Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204)
2.Η περίοδος της
Φραγκοκρατίας (1204-1453)
3.Η Προεπαναστατική
περίοδος (1453-1821): α) Από την Άλωση της Πόλης μέχρι την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους
(1453-1669), β) Από την πτώση της Κρήτης μέχρι την Επανάσταση (1669-1821)
4. Η Νεοελληνική Λογοτεχνία
μετά τον Αγώνα και μέχρι τη γενιά του 1880 (1821-1880)
5. Η νεότερη περίοδος της
Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (1880-1930)
6. Η Γενιά του Τριάντα
7. Η μεταπολεμική περίοδος:
α) Από το 1945 μέχρι το 1967, β) Από το 1967 μέχρι σήμερα.
1)Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ(Υστεροβυζαντινή περίοδος) (1000-1204):
Το
έπος Βασίλειος Διγενής Ακρίτας
αποτελεί το πρώτο γραπτό κείμενο της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Το επικό αυτό
ποίημα απορρέει από τα ακριτικά δημοτικά τραγούδια του ίδιου επικού κύκλου.
Τα ακριτικά τραγούδια αποτελούν
μια κατηγορία δημοτικών αφηγηματικών τραγουδιών που εξυμνούν τους αγώνες των
ακριτών. Οι ακρίτες ήταν οι συνοριακοί φρουροί της αυτοκρατορίας που ζούσαν στα
«στρατιωτόπια» (στρατιωτικές περιοχές που τους δόθηκαν για καλλιέργεια). Η ζωή
τους ήταν οργανωμένη με τρόπο στρατιωτικό.
Ακολουθούν
τα Προδρομικά ποιήματα και ο Σπανέας. Ενώ
στα σύνορα της αυτοκρατορίας διαδίδονταν τα τραγούδια του ακριτικού κύκλου,
στην αυλή των Κομνηνών, στη Βασιλεύουσα, από όπου πήγαζε η επίσημη παιδεία,
γράφονταν ποιήματα που έδιναν με χιούμορ και σατιρική διάθεση την εικόνα της
κοινωνίας της εποχής. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τέσσερα στιχουργήματα που
κυκλοφορούσαν με το όνομα του
Πτωχοπρόδρομου. Η έρευνα δεν έχει καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα για το
αν o ποιητής τους είναι ο Βυζαντινός λόγιος Θεόδωρος Πρόδρομος (12ος αι.). Τα
Πτωχοπροδρομικά ποιήματα έχουν ικετευτικό χαρακτήρα. Με τα προδρομικά ποιήματα συνδέεται
άμεσα το παραινετικό ποίημα του 12ου αιώνα γνωστό ως Ο Σπανέας. Το ποίημα αυτό
γράφτηκε κατά το πρότυπο του αρχαίου ποιητή Θέογνη και το περιεχόμενό του
θυμίζει τον Προς Δημόνικο λόγο του αρχαίου Αθηναίου ρήτορα Ισοκράτη. Σε αυτό
ένας γεροντότερος αυλικός διδάσκει κάποιον νεότερο πρίγκηπα τους κανόνες
συμπεριφοράς που πρέπει να ακολουθεί στη ζωή του. Το ποίημα, γραμμένο στη λαϊκή
γλώσσα της εποχής, έχει περισσότερο γλωσσική αξία και έγινε αγαπητό ανάγνωσμα
των λαϊκών στρωμάτων.
2) Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ
ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑΣ (1204-1453)
Η
περίοδος της Φραγκοκρατίας αρχίζει με την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους
Φράγκους (1204) και τελειώνει με την Άλωση της Κωσταντινούπολης από τους
Τούρκους (1453). Την περίοδο αυτή οι Φράγκοι κατακτητές συγκρούστηκαν με τον
ντόπιο πληθυσμό. Παράλληλα, όμως, από τη συνάντηση δύο πολιτισμών που είχαν
πίσω τους μια μεγάλη και διαφορετική παράδοση σημειώθηκαν πολιτιστικές
ανταλλαγές. Στο πλαίσιο
αυτό γράφονται το Χρονικόν του Μορέως,
έμμετρα μυθιστορήματα και Διηγήσεις για ζώα και πουλιά. Τα
κείμενα αυτά γράφονται στη δημώδη γλώσσα, έχουν λαϊκό χαρακτήρα και συνδυάζουν
το ακριτικό με το ιπποτικό πνεύμα.
3) Η
ΠΡΟΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (1453-1821)
α) Από την Άλωση της Πόλης
μέχρι την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους (1453-1669)
Το
1453 οι Τούρκοι κατακτούν την Κωνσταντινούπολη. Η Άλωση της Πόλης θεωρήθηκε
εθνική συμφορά και στάθηκε τρομερό χτύπημα για ολόκληρη την Ευρώπη. Μετά την Άλωση ένα μεγάλο κύμα Ελλήνων
λογίων μετακινήθηκε προς τη Δύση. Οι Έλληνες λόγιοι του Βυζαντίου μετέφεραν
εκεί τα χειρόγραφα των αρχαίων και βυζαντινών συγγραφέων και τη γνώση της
κλασικής παιδείας συμβάλλοντας στην Αναγέννηση.
Στις περιοχές όμως που έμειναν για
αρκετό χρονικό διάστημα έξω από την τουρκική κυριαρχία, στην Κρήτη, τη Ρόδο,
την Κύπρο και στα Επτάνησα, αναπτύχθηκε μεγάλη εμπορική δραστηριότητα. Το
γεγονός αυτό και ο πλούτος που συγκεντρώθηκε στα νησιά επέτρεψαν να
δημιουργηθεί μια μορφωμένη αριστοκρατία η οποία ενδιαφέρθηκε για την ανάπτυξη
των γραμμάτων και των τεχνών. Η επαφή με τη Δύση και περισσότερο με την Ιταλία
είχε ως αποτέλεσμα να μεταδοθεί στον ελλαδικό χώρο το πνεύμα της Αναγέννησης
που έφερε στη λογοτεχνία νέα στοιχεία. Τη συνέχεια της γραπτής λογοτεχνικής
παράδοσης εξασφάλισε η διάδοση των κειμένων χάρη στην εφεύρεση της τυπογραφίας.
Τυπογραφεία ιδρύθηκαν στη Βενετία και αργότερα σε άλλες ελληνικές παροικίες των
ευρωπαϊκών πόλεων.
Στην Κρήτη,( η Κρήτη έμεινε κάτω από την κυριαρχία
των Βενετών από το 1211 ως το 1669),μετά
την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453) και μέχρι την κατάληψη του νησιού από
τους Τούρκους (1669), παρουσιάζεται μεγάλη πνευματική ανάπτυξη με άνθηση της
λογοτεχνίας και κυρίως του Θεάτρου. Οι δημιουργοί επηρεάζονται από την
ευρωπαϊκή Αναγέννηση. Αριστούργημα της Κρητικής Αναγέννησης είναι ο Ερωτόκριτος του Βιτσέντζου Κορνάρου.
Άλλο σημαντικό έργο είναι η Ερωφίλη του
Γεωργίου Χορτάτζη.
β) Από την πτώση της
Κρήτης μέχρι την Επανάσταση (1669-1821)
Η
περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την
προσπάθεια των λογίων να αφυπνίσουν πνευματικά τους υπόδουλους Έλληνες.
Αρκετοί χρησιμοποιούν στα κείμενά τους τη λαϊκή γλώσσα. Οι Νεοέλληνες
διαφωτιστές (Ρήγας Βελενστινλής, Δημήτριος Καταρτζής, Αδαμάντιος Κοραής)
επιδιώκουν να μεταφέρουν στον ελλαδικό χώρο τις ιδέες του Διαφωτισμού
προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος που θα βοηθήσει τους υπόδουλους να
συνειδητοποιήσουν πως πρέπει να επαναστατήσουν.
Μετά
την άλωση της Κρήτης στα 1669, η παράδοση της κρητικής λογοτεχνίας ακολούθησε
το φυσικό της δρόμο και μεταφυτεύτηκε στα Επτάνησα. Δε συνεχίστηκε όμως. Τα
πρώτα χρόνια την κρατούσαν στα χέρια τους οι Κρητικοί πρόσφυγες, αργότερα
πέρασε στους Επτανήσιους. Στα 1681 ο
Ρεθυμνιώτης Μαρίνος Τζάνες Μπουνιαλής εκδίδει στη Βενετία ένα έμμετρο χρονικό
για την πτώση της Κρήτης με τίτλο Διήγησις διά στίχων του δεινού Κρητικού
Πολέμου. Το ποίημα είναι σημαντική ιστορική πηγή, γιατί περιγράφει
χρονολογικά όλο τον πόλεμο Βενετών και Τούρκων για την κατάληψη της Κρήτης
(1645-1669), από την απόβαση των Τούρκων στη δυτική Κρήτη και την άλωση των
Χανίων (1645) και μετά του Ρεθύμνου ως την συνθηκολόγηση του Χάνδακα (1669).
Πηγή του Τζάνε Μπουνιαλή είναι οι αναμνήσεις του και οι πληροφορίες που έφταναν
στα Επτάνησα από το τελευταίο κύμα των προσφύγων στα 1669. Ο ποιητής περιγράφει
τη νοσταλγία για τη χαμένη αρχοντική ζωή, την τύχη των αμάχων και την εικόνα
της φοβερής καταστροφής.Το ποίημα αριθμεί πάνω από 11.000 στίχους.
4) Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΚΑΙ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ 1880 (1821-1880)
Τα Απομνημονεύματα των
αγωνιστών του '21
αποτελούν έμμεσες πηγές για την Επανάσταση. Την εποχή αυτή υπάρχουν παράλληλα
δύο Σχολές: Η Επτανησιακή Σχολή με ηγέτη
το Διονύσιο Σολωμό και η Ρομαντική
Σχολή των Αθηνών. Η πρώτη χρησιμοποιεί ως γλωσσικό όργανο τη γλώσσα του
λαού και η δεύτερη την καθαρεύουσα. Και οι δύο δέχονται την επίδραση του ρομαντισμού.
5) Η ΝΕΟΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ (1880-1930)
Οι
αλλαγές στην εθνική, πολιτική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας επηρεάζουν την
πνευματική ζωή. Η ποίηση, που τώρα πια έχει απελευθερωθεί από την καθαρεύουσα
και τον ρομαντισμό, επηρεάζεται από νέα λογοτεχνικά ρεύματα: τον παρνασσισμό και τον συμβολισμό.
Ηγέτης της Νέας Αθηναϊκής Σχολής είναι ο Κωστής
Παλαμάς. Την ίδια εποχή σημαντικοί ποιητές είναι ο Κ. Π. Καβάφης, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Κ. Βάρναλης. Οι πεζογράφοι
στρέφονται από το μυθιστόρημα στο ηθογραφικό
διήγημα. Η λαογραφία επηρεάζει
τις θεματικές επιλογές τους και το ρεύμα
του ρεαλισμού τον τρόπο γραφής.
α) Η Νέα
Αθηναϊκή Σχολή και η ηθογραφία (1880-1922)
Οι
ιστορικοί της λογοτεχνίας μας συσχετίζουν τους νέους προσανατολισμούς με την
εσωτερική αναδιάρθρωση του κράτους από το 1881. Με τη συνθήκη της
Κωνσταντινουπόλεως παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η Θεσσαλία και η Άρτα, με
αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού και της καλλιεργήσιμης γης. Πρωταγωνιστικά
πρόσωπα στην πολιτική ζωή ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Ελευθέριος Βενιζέλος
που οργάνωσαν εσωτερικά το νέο κράτος. Έτσι αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα οι τομείς
της οικονομίας, του εμπορίου και της ναυτιλίας. Την ίδια εποχή ο πληθυσμός της
υπαίθρου μετατοπίστηκε προς τα αστικά κέντρα.
Αίτημα
του νέου κράτους έγινε από την αρχή ακόμα της ίδρυσής του η ανάγκη επέκτασης
των γεωγραφικών ορίων του. Σύμφωνα με τη διατύπωση του Συντάγματος του 1844,
Ελλάδα δεν ήταν μόνο το βασίλειο που έφερε αυτό το όνομα, αλλά περιελάμβανε και
όλους τους «αλύτρωτους» Έλληνες που ζούσαν έξω από τα όρια του κράτους. Έτσι
γεννήθηκε η «Μεγάλη Ιδέα» που διατηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα και
μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922. Το
κλίμα της εποχής εκφράστηκε και από το Γιάννη Ψυχάρη στο βιβλίο του«Το ταξίδι
μου» (1888) που γράφτηκε στο Παρίσι: «ένα έθνος, για να γίνει έθνος, θέλει
δύο πράγματα: να μεγαλώσουν τα σύνορά του και να κάμη φιλολογία δική του».
β) Η
ποίηση μέχρι το 1930
Μέσα
στην πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα εμφανίζονται ποιητές που ανανέωσαν την
παράδοση αλλά δεν αποτέλεσαν μια συγκεκριμένη σχολή, καθώς ο καθένας τους είχε
τα δικά του χαρακτηριστικά. Ανάμεσά τους ξεχωριστή είναι η παρουσία του Κωνσταντίνου Καβάφη, ποιητή που
επρόκειτο να ασκήσει ισχυρότατη και διαρκή επίδραση. Σε ένα διαφορετικό κλίμα από εκείνο του
Καβάφη κινείται η ποίηση του Άγγελου
Σικελιανού. Ο
Σικελιανός που στάθηκε σε ολόκληρη τη ζωή του ένας οραματιστής, επηρεάστηκε από
το συμβολισμό και ακολούθησε, κατά κάποιον τρόπο, την παράδοση του Παλαμά. Πίστευε ότι ο ποιητής
διαδραματίζει μέσα στον κόσμο τον ρόλο του αθλητή, του ασκητή, του προφήτη και
του δημιουργού.
Από
τα ίδια ανθρωπιστικά ιδανικά και την πίστη στον ποιητή-προφήτη διακατέχεται και
ο Κώστας Βάρναλης.
Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος
είχε δημιουργήσει μεγάλη αναστάτωση και απογοήτευση στους ανθρώπους της εποχής. Ειδικότερα στην Ελλάδα, τους
νικηφόρους πολέμους του 1912-1913, που οδήγησαν στη διεύρυνση του ελληνικού
κράτους, τους διαδέχτηκε η σύγκρουση του βασιλιά Κωνσταντίνου και του
Βενιζέλου, η οποία οδήγησε σε εθνικό διχασμό το 1916. Από αυτό το κλίμα της ανασφάλειας και του διάχυτου φόβου ήταν αδύνατο
να μείνουν ανεπηρέαστοι οι ποιητές. Πράγματι, στα κείμενά τους παρατηρείται μια
στάση παραίτησης, αποξένωσης και απαισιοδοξίας. Η μικρασιατική καταστροφή,
το 1922, που αναγκάζει τους Έλληνες της Μικράς Ασίας να επιστρέψουν στην Ελλάδα
ως πρόσφυγες, επιτείνει το αδιέξοδο.
Κύριος εκφραστής αυτής της
παρακμιακής τάσης είναι ο Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928)
Το
αίσθημα του ανικανοποίητου καλλιεργήθηκε από πολλούς ποιητές της γενιάς του
'20, ιδιαίτερα μετά την τραγική αυτοκτονία του Καρυωτάκη. Πολλοί τον μιμήθηκαν
και έδωσαν στους μελετητές το δικαίωμα να μιλούν για «καρυωτακισμό» σαν
ξεχωριστό ρεύμα και φιλολογική μόδα. Αναφέρουμε ενδεικτικά την ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη (1902-1930), της οποίας
η ποίηση διακρίνεται από μελαγχολική διάθεση, τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη (1888-1944), άνθρωπο με εξαιρετική μόρφωση,
που δεν άσκησε συστηματικά κανένα επάγγελμα και συνέδεσε τη ζωή του με την
τέχνη πριν δώσει στη ζωή του βίαιο τέλος. Ο Λαπαθιώτης εκφράζει στα κείμενα του
μια λεπτή ευαισθησία, γεμάτη νοσταλγία και τρυφερότητα, ενώ ο Μήτσος Παπανικολάου (1900-1943) στην
ποίησή του θρηνεί για την αδιαφορία, μέσα στην οποία είναι καταδικασμένος να
ζει. Στο κλίμα αυτό δημιουργεί και ο
Τέλλος Άγρας (1899-1944)
Με
εντελώς διαφορετικό τρόπο αντιμετωπίζει το πνεύμα της εποχής ο Τάκης Παπατσώνης (1895-1976), βρίσκοντας
καταφύγιο στη θρησκευτική πίστη.
6) Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑ
Η Γενιά του Τριάντα δημιούργησε μέσα σε ένα πνευματικό κλίμα που το χαρακτηρίζει από τη μια η ανανέωση της ποίησης και από την άλλη οι αναζητήσεις στο χώρο της πεζογραφίας. Τα ρεύματα του υπερρεαλισμού και του μοντερνισμού επηρεάζουν τους λογοτέχνες της περιόδου, ενώ κάποιοι πεζογράφοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον ρεαλισμό. Οι ποιητές υιοθετούν τον ελεύθερο στίχο και οι πεζογράφοι εγκαταλείπουν το διήγημα και καλλιεργούν το μυθιστόρημα. Μεγάλοι ποιητές της περιόδου αναδείχθηκαν ο Γιώργος Σεφέρης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιάννης Ρίτσος κ.ά., ενώ σπουδαίοι πεζογράφοι ο Μυριβήλης, ο Θεοτοκάς, ο Πολίτης, ο Καραγάτσης, ο Τερζάκης.
Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής
της γενιάς, ωστόσο, είναι η προσπάθεια να ενσωματωθούν στα πρωτοποριακά και
στοιχεία από την ελληνική παράδοση.
7) Η ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (1945-1967)
Η
λογοτεχνία συμπορεύεται με την Ιστορία. Η
«σκληρή δεκαετία» (1940-1950) σημαδεύει την ποίηση και την πεζογραφία. Οι
ποιητές ζουν στη σκιά των πολιτικών γεγονότων, διαβάζουν τους νεοτερικούς
ποιητές του Μεσοπολέμου και δεν έχουν ψευδαισθήσεις και οράματα. Σημαντικοί
ποιητές της εποχής είναι ο Μανόλης
Αναγνωστάκης, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Άρης Αλεξάνδρου κ.ά. Την περίοδο αυτή
εξετάζουμε και την ξεχωριστή περίπτωση του συγγραφέα Νίκου Καζαντζάκη.
Η
αρχή της μεταπολεμικής πεζογραφίας τοποθετείται συνήθως στα 1945, χρονιά που
τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος, ο οποίος όμως στην Ελλάδα συνεχίστηκε με
διαλείμματα μέχρι το 1949 σε μια σκληρότερη μορφή: εκείνη του εμφύλιου πολέμου.
Η δεκαετία 1940-1950, γνωστή ως «σκληρή δεκαετία», σημαδεύτηκε από τον πόλεμο
του '40-'41, την Κατοχή, την Αντίσταση, γεγονότα που δημιούργησαν βαρύ πολιτικό
κλίμα, το οποίο κορυφώθηκε με τον Εμφύλιο, την ήττα του αριστερού κινήματος το
1949 και τις συνέπειες που ακολούθησαν: ερείπια, φτώχεια, αστυφιλία, κοινωνικές
αναστατώσεις.
Για να μελετήσουν την
περίοδο αυτή οι κριτικοί τη διαίρεσαν σε γενιές και μίλησαν για Πρώτη και
Δεύτερη Μεταπολεμική γενιά, για γενιά του '60, του '70, του '80 κλπ.
Η
βαριά κληρονομιά που άφησε ο Εμφύλιος δεν τους επιτρέπει να έχουν ψευδαισθήσεις
και οράματα. Η ποιητική γενιά που αναπτύχθηκε τότε, καθιερώθηκε ως η Πρώτη Μεταπολεμική Γενιά. Οι περισσότεροι από τους ποιητές της γενιάς
αυτής, γεννημένοι ανάμεσα στο 1918 και το 1928, στα χρόνια της Κατοχής ήταν
φοιτητές και γαλουχήθηκαν με τους στίχους των ποιητών του Μεσοπολέμου και της
Γενιάς του Τριάντα (Καβάφη, Σικελιανού, Καρυωτάκη, Άγρα, Παπατσώνη, Σεφέρη,
Ρίτσου, Ελύτη, Εμπειρίκου, Βρεττάκου), των ποιητών δηλαδή που, όπως είδαμε,
έγραψαν τα ποιήματά τους σε ελεύθερο στίχο και ακολούθησαν τα νέα ρεύματα που
αναπτύχθηκαν στην Ευρώπη ενσωματώνοντάς τα στα ελληνικά δεδομένα. Πολλοί από τους μεταπολεμικούς ποιητές
διάλεξαν την ελεύθερη και δημόσια έκφραση («κοινωνικοί ποιητές»), άλλοι
προσπάθησαν να μην απομακρυνθούν από την ποίηση των δεκαετιών του 1920 και του
1930 με την παραδοσιακή τεχνοτροπία.
Άλλοι τέλος αξιοποίησαν τους μοντερνιστικούς πειραματισμούς του Κωνσταντίνου
Καβάφη, του πρώτου Έλληνα μοντερνιστή ποιητή, Την περίοδο αυτή συνεχίζουν να δεσπόζουν στην ποίηση οι ποιητές που
στη δεκαετία του '30 υπήρξαν καινοτόμοι: Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Εμπειρίκος
και Εγγονόπουλος.
Η
ποίηση της Πρώτης Μεταπολεμικής Γενιάς επηρεάστηκε από τη νεοτερικότητα της
προηγούμενης γενιάς, της οποίας τα διδάγματα αφομοίωσε. Παρ' όλα αυτά
ανανεώθηκε γλωσσικά χωρίς εξάρσεις και ριζοσπαστισμούς. Οι ποιητές
χρησιμοποίησαν τη γλώσσα πιο πολύ με την κυριολεκτική της σημασία.. Η ποίησή
τους είναι χαμηλών τόνων που επηρεάζεται από το αίσθημα της απώλειας και της
διάψευσης. «Η δική μας γενιά, χτυπημένη
από παντού, έμεινε ουσιαστικά στις στήλες του περιθωρίου», γράφει ο Μανόλης
Αναγνωστάκης.
Με τα ποιήματά τους
(συνήθως σύντομα, ολιγόστιχα) οι ποιητές εκφράζουν τα συναισθήματά τους: φόβο
και αβεβαιότητα. Ο φόβος τους περιγράφεται με τρόπο κρυπτικό και υπαινικτικό.
Αντιπροσωπευτικοί
ως προς αυτό είναι οι στίχοι του Μίλτου
Σαχτούρη:
Δεν
έχω γράψει ποιήματα –
μέσα
σε κρότους
μέσα
σε κρότους κύλησε η ζωή μου.
Την
μιαν ημέρα έτρεμα, την άλλη ανατρίχιαζα –
Μέσα
στο φόβο
μέσα
στο φόβο
πέρασε
η ζωή μου (...)
Ανάμεσα
στους ποιητές που περιέγραψαν με αμεσότητα και ρεαλισμό το «σκηνικό» της εποχής
ξεχωρίζει ο Τάσος Λειβαδίτης
(1921-1988), κύριος εκπρόσωπος της
Πρώτης Μεταπολεμικής Γενιάς, που με τους στίχους του εκφράζει τη φρίκη από
την εφιαλτική μνήμη των αδικαίωτων θυσιών.
Ο
ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης
(1925-2005), του οποίου η ποίηση ξεκινώντας από την εξομολόγηση της προσωπικής
απόγνωσης εκφράζει το συναίσθημα της ήττας της γενιάς του. Το
συναίσθημα της απογοήτευσης εκφράζει και η ποίηση του Άρη Αλεξάνδρου
(1922-1978).
8)Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ 20ού
ΑΙΩΝΑ
Η λογοτεχνική δεκαετία
του 1960
Η
περίοδος χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια και μεταβατικότητα. Τα ιστορικά
γεγονότα συνεχίζουν να σημαδεύουν τη λογοτεχνία. Η σκιά της Πρώτης
Μεταπολεμικής Γενιάς είναι ακόμη έντονη. Παράλληλα όμως οι λογοτέχνες
διαφοροποιούνται μέσα από την αμφισβήτηση. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν η Κική Δημουλά, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο Μένης
Κουμανταρέας κ.ά. (Δεύτερη Μεταπολεμική Γενιά)
Η γενιά της
αμφισβήτησης
Το χρονικό πλαίσιο της
γενιάς του '70 αποτελεί η περίοδος της δικτατορίας (1967-1974). Οι παγκόσμιες ανακατατάξεις επηρεάζουν
την ποίηση που χαρακτηριστικά της είναι πλέον η αμφισβήτηση και η αντίδραση
στον καταναλωτισμό και την τεχνοκρατία.
Οι
ποιητές αντιμετωπίζουν τη σύγχρονη μοναξιά μέσα στην αστική καθημερινότητα και
αναζητούν τη συντροφικότητα. Το έργο των περισσοτέρων χαρακτηρίζεται από
στοχασμό και ήπια μελαγχολία. Επιλέγοντας
τους πιο αντιπροσωπευτικούς, αναφερόμαστε στο έργο της Κατερίνας
Αγγελάκη-Ρουκ (1939), σε αυτό του Γιάννη Κοντού (1943), του Μιχάλη Γκανά
(1944), της Τζένης Μαστοράκη (1949), του Νάσου Βαγενά (1945), του Κώστα
Παπαγεωργίου (1945) και της Δήμητρας Χριστοδούλου (1953), η οποία
εμφανίστηκε μέσα στην περίοδο της δικτατορίας.
Τη
δεκαετία αυτή (και περισσότερο στην επόμενη, τη δεκαετία του '80) η πεζογραφία γνωρίζει μιαν αναπάντεχη
ανάπτυξη. Οι πεζογράφοι παρουσιάστηκαν με κάποια καθυστέρηση σε σχέση με
τους συνομηλίκους τους ποιητές, αν και ορισμένοι ήταν ήδη γνωστοί πριν από τη
μεταπολίτευση του '74, όπως ο Φίλιππος
Δρακονταειδής (1940), ο οποίος είχε εμφανιστεί με διηγήματα, ενώ τώρα
εμφανίζεται με μυθιστόρημα (Σχόλια σχετικά με την περίπτωση, 1978). Το 1974
εμφανίστηκαν σημαντικότατοι πεζογράφοι, όπως ο Δημήτρης Νόλλας (1941) με τη Νεράιδα της Αθήνας και την Πολυξένη
(1974), ο Γιώργης Γιατρομανωλάκης
(1940) με το Λειμωνάριο (1974) και η
Μάρω Δούκα (1947) με το μυθιστόρημά της Η αρχαία σκουριά (1979).
Ακολούθησαν ο Αντώνης Σουρούνης
(1942) με το μυθιστόρημα Οι συμπαίχτες (1977), που αναφέρεται στη ζωή των
Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία, η Μαργαρίτα
Καραπάνου (1946) με το μυθιστόρημά της Η Κασσάνδρα και ο λύκος (1976), ο Ηλίας Χ. Παπαδημητρακόπουλος (1930)
με το Οδοντόκρεμα με χλωροφύλλη (1973),
ο Τόλης Καζαντζής με το Η κυρά-Λισάβετ (1975), ενώ στην ίδια δεκαετία
κυκλοφόρησαν Το διπλό βιβλίο (1976) του
Δημήτρη Χατζή (βλ. παραπάνω) και Το
κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου (1974).
Σημαντική
επίσης είναι η παρουσία του Κοσμά
Χαρπαντίδη (1959), από το Κάτω Νευροκόπι Δράμας. Απόφοιτος της Σχολής Καλών
Τεχνών είναι ο Νίκος Χουλιαράς
(1940), από τα Γιάννενα, ο οποίος ασχολήθηκε με τη μουσική και διασκεύασε
δημοτικά τραγούδια, πολλά από τα οποία τραγούδησε ο ίδιος. Ο Λευτέρης Ξανθόπουλος (1945), από την Αθήνα, σπούδασε νομικά και
κινηματογράφο και διακρίθηκε για τα ντοκιμαντέρ του . Ο Παντελής Καλιότσος (1925) στο μυθιστόρημά του Το συμπόσιο (1985)
παρωδεί το διάλογο του Πλάτωνα. Ο
Γιάννης Μαγκλής (1909), διηγηματογράφος κυρίως, έδωσε ένα εκτενέστατο, πάνω
από είκοσι πέντε τόμους, πεζογραφικό έργο.
Στη δεκαετία του '80 μεγάλη εντύπωση προκάλεσε το μυθιστόρημα της Άλκης Ζέη (γενν.1925) Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα (1987), που αναφέρεται στη ζωή των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στη Σοβιετική Ένωση.. Τα έργα της είναι τα περισσότερα ιστορικά μυθιστορήματα με αναφορά σε σύγχρονα γεγονότα, όπως η δικτατορία του Μεταξά (Το καπλάνι της βιτρίνας, 1963), η Κατοχή (Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου, 1971), η εφτάχρονη δικτατορία (Κοντά στις ράγες). Τα έργα της χαρακτηρίζονται από ρεαλισμό, κοινωνικό προβληματισμό για σύγχρονα θέματα και από σεβασμό στην ιστορική αλήθεια. Ένα από τα κύρια υφολογικά της χαρακτηριστικά είναι το χιούμορ που εμπεριέχει και στοιχεία κριτικής.
Παρόμοια ρεαλιστική γραφή συναντούμε και στα μυθιστορήματα της Ζωρζ Σαρρή (γενν. 1925), που την τελευταία 25ετία γράφει κυρίως για παιδιά. Από τα γνωστά της μυθιστορήματα είναι η Νινέτ (1993), όπου ο έφηβος αναγνώστης παράλληλα με την ψυχολογική εξέλιξη και ωρίμαση της ηρωίδας προβληματίζεται για θέματα όπως η κρίση ταυτότητας, η διάσταση με το οικογενειακό περιβάλλον, τα προβλήματα της εφηβείας. Μερικά από τα μυθιστορήματά της για νέους είναι Ο θησαυρός της Βαγίας, Το γαϊτανάκι, Τα χέγια, Κρίμα κι άδικο …
Τότε
εμφανίστηκε και ο Αλέξης Πανσέληνος
με το μυθιστόρημά του Η μεγάλη πομπή
(1985), όπου μέσα από την ιστορία ενός λαϊκού νέου εξιστορεί ρεαλιστικά τις
αδυσώπητες συνθήκες της ελληνικής κοινωνίας της εποχής, ενώ η Ρέα Γαλανάκη (1947) έγινε ευρύτερα
γνωστή με το μυθιστόρημα Ο βίος του
Ισμαήλ Φερίκ πασά (1989), εμπνευσμένο από την πραγματική ιστορία ενός
Κρητικού που αιχμαλωτίστηκε από τους Αιγύπτιους, εξισλαμίστηκε και στάλθηκε
στην Κρήτη για να καταπνίξει την εξέργερση των ομογενών του εναντίον του
Σουλτάνου. Αλλά και στα επόμενα βιβλία της (Θα υπογράφω Λουί, 1993, Ελένη ή ο Κανένας, 1998) η συγγραφέας
στηρίζει τις ιστορίες της σε πρόσωπα που ανασύρονται από το παρελθόν. Παρόμοια
εργάστηκε αργότερα και ο Διαμαντής
Αξιώτης από την Καβάλα στην μυθιστορηματική του βιογραφία Το ελάχιστον της
ζωής του (1999).
Σημαντική
παρουσία στην πεζογραφία της εποχής ήταν αυτή της Ευγενίας Φακίνου (1945) με τα μυθιστορήματά της Η Αστραδενή (1982) και Το έβδομο ρούχο
(1983), της Ζυράννας Ζατέλλη (1951)
με τη συλλογή διηγημάτων Περισυνή αρραβωνιαστικιά (1984) και του Τάκη
Θεοδωρόπουλου (1954), ο οποίος το 1985 εξέδωσε με το Μάνο Χατζηδάκι το
πολιτιστικό περιοδικό Το τέταρτο.
Τα
ονόματα όμως των πεζογράφων της περιόδου, πολλοί από τους οποίους συνεχίζουν
και σήμερα να δημιουργούν, δεν τελειώνουν εδώ. Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Βαγγέλη Ραπτόπουλο, Μάρω Βαμβουνάκη,
Ανδρέα Μήτσου, Άρη Σφακιανάκη, Βασίλη Τσιαμπούση, Σωτήρη Δημητρίου, Σώτη
Τριανταφύλλου, Δημήτρη Μίγγα, Νίκο Θέμελη. Τέλος, το πεζογραφικό έργο του Τάσου Καλούτσα (Θεσσαλονίκη, 1948),
χαρακτηρίζεται από τη ρεαλιστική, χαμηλόφωνη γραφή, το αυτοβιογραφικό στοιχείο
και την καταγραφή καθημερινών καταστάσεων ανθρώπων του κοινού μόχθου .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου